Σάββατο 25 Απριλίου 2009

γουάι αμ λοστ ντις-κλέιμερ :)

Περνάω τη μισή σχεδόν μέρα μπροστά στο car pc, μέσα στο ταξί. Εδώ γράφεται το blog, εδώ οι τυχόν μακροσκελείς απαντήσεις σε post ή σε e-mail, εδώ ετοιμάζονται και διάφορα άλλα πράγματα. Offline. Στη συνέχεια μεταφέρονται στο σπίτι, απ' όπου και ανεβαίνουν στο ίντερνετ. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο για να γεμίζει ο νεκρός-αδρανής χρόνος στο ταξί με κάτι δημιουργικό. Αυτή η δουλειά περιορίζει πολύ τον προσωπικό χρόνο. (Ανακατεύει επίσης τους βιορυθμούς καθώς τη μια εβδομάδα ξυπνάω την ώρα που την επόμενη πάω για ύπνο.)
Κατ' επιλογήν, περνάω σχετικά λίγο από τον ελεύθερο χρόνο μου μπροστά στο PC στο σπίτι, και αυτόν για συγκεκριμένες "εργασίες". Βέβαια τσεκάρω τα mail μου αρκετές φορές περνώντας μπροστά από το PC όσο είμαι σπίτι, (Tο Thunderbird είναι ανοιχτό 24/7), παρακολουθώ τις καθημερινές εξελίξεις σε 4-5 sites, κάνω κάποιες συγκεκριμένες "δουλειές", αλλά κάπου εδώ τελειώνει το συστηματικό του πράγματος. Το Google Reader ανοίγει κατά μέσο όρο μια φορά την εβδομάδα, και δεν προλαβαίνω (κυριολεκτικά) να διαβάσω όλα τα post στα blog που με ενδιαφέρουν. Ούτε και να γράψω τα σχόλια που θέλω (καθώς πρέπει να διαβάσω και όλα τα σχόλια των προηγούμενων, μην επαναλαμβανόμαστε). Ούτε και να παρακολουθήσω ενδελεχώς τα forum στα οποία συμμετέχω. Ούτε και διάφορα άλλα ενδιαφέροντα πράγματα. (Για να σας προλάβω, η ιδέα αναζήτησης WiFi HotSpots στην πόλη για πιο συχνή "διαδραστικότητα" με τα δρώμενα του ίντερνετ, έχει περάσει αρκετές φορές από το μυαλό μου.)

Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Κατ' αρχήν θέλω να εξηγήσω σε αυτούς που υποψιάζονται ή ξέρουν πως τους διαβάζω, ότι (και γιατί) δεν...τους γράφω. Απλώς δεν σας προλαβαίνω παίδες, συγνώμη. Και με την ευκαιρία, να επισημάνω και να υπενθυμίσω (κοινωνικό μήνυμα) ότι η πραγματική ζωή προηγείται της διαδικτυακής "εικονικής". Αν κοπεί το ρεύμα, τα ηλεκτρόνια θα χαθούν, οι άνθρωποι όμως όχι.

Υ.Γ.1 Μπορεί να θεωρώ τις ιντερνετικές κοινότητες εικονικές, θεωρώ όμως εντελώς πραγματικούς τους ανθρώπους που τις απαρτίζουν. Ασχέτως αν σε πολλές περιπτώσεις, οι "εικονικές" προσωπικότητες και σχέσεις πίσω από τα nicknames, διαφέρουν πολύ από τις εκ του σύνεγγυς "πραγματικές".

Υ.Γ.2 Βρισκόμουν στην πιάτσα Πανοράματος όταν άνοιξα το WordPad για να γράψω τα παραπάνω. Πριν προλάβω να πληκτρολογήσω οτιδήποτε, επιβιβάστηκε μια κοπελιά με την οποία κατεβήκαμε στο κέντρο, όπου παραλάβαμε και μια φίλη της για να συνεχίσουμε παρακάτω. Φτάνοντας και πριν αποβιβαστούν, η δεύτερη κοπελιά μου λέει ξαφνικά:
-Να σας ρωτήσω κάτι; Μήπως είστε ο Acro;
Αν κατάλαβα καλά με πρόδωσε το πληκτρολόγιο πάνω στο ταμπλώ. Ομολόγησα πως ναι, εγώ είμαι, και είπαμε δυο κουβέντες. "Κάτι είχες γράψει στον 'σκύλο', και από τότε σε διαβάζω", μου είπε. Δεν έχει ξανασυμβεί να γνωρίσω μέσα στο ταξί κάποιον που με διαβάζει εδώ. (Αν και ο sourotiris έχει επιβιβαστεί και μιλήσει με τον συνεργάτη μου στο παρελθόν). Ομολογώ πως συγκινήθηκα ελαφρώς και χάρηκα πολύ. Οι πραγματικοί άνθρωποι πίσω από τα πληκτρολόγια και τις οθόνες.

Τετάρτη 15 Απριλίου 2009

Το έπος του 40

Το παρακάτω περιστατικό δεν είναι ευχάριστο, ούτε διασκεδαστικό. Αν δεν έχετε διάθεση για "μαύρες" ιστορίες διαβάστε καλύτερα αυτήν εδώ που έχει πλάκα.

Βράδυ, γύρω στις δέκα, ανηφορίζω στη Νεάπολη. Στην άκρη του δρόμου, ένας γέροντας με πατερίτσες μου κάνει σινιάλο. Σταματάω δίπλα του, κι αυτός ανοίγει την πόρτα, και με γρήγορες κινήσεις που φανερώνουν πείρα πολλών ετών, βάζει τις πατερίτσες μέσα, κρατιέται από το κάθισμα και το ταμπλώ, και με μια ακροβατική κίνηση κάθεται.
Τότε συνειδητοποιώ ότι του λείπει το δεξί του πόδι από τον μηρό και κάτω.
-Καλησπέρα παλικάρι, μου λέει.
-Πολύ καλησπέρα σας, του απαντάω.
-Εδώ πιο πάνω πάω, δεν πάω μακριά, αλλά δυσκολεύομαι να περπατήσω, μου λέει απολογητικά.
-Εγώ πάντως θαύμασα την ευκινησία σας και μπράβο, του απαντάω. Μια χαρά κρατιέστε.
-Ξέρεις πόσο χρονών είμαι; καμαρώνει. Ογδόντα έξι.
-Δεν σας φαίνεται. Κοντά στα εβδομήντα θα έλεγα ότι είστε.
Χαμογελάει.
-Παιδί μου, τι εβδομήντα; Στον πόλεμο με τους Ιταλούς, στην Αλβανία το έχασα το πόδι μου.
Το βλέμμα του θολώνει καθώς βυθίζεται σε δυσάρεστες αναμνήσεις.
Δεν ξέρω τι να πω. Η σιωπή βαραίνει δυσάρεστα όμως, οπότε τελικά λέω αυτό που σκέφτομαι:
-Αν δεν ήσαστε εσείς να πολεμήσατε για να είναι σήμερα τα παιδιά σας, όλοι μας, ελεύθεροι, Γερμανικά θα μιλούσαμε.
Χαμογελάει πικρά.
-Τα παιδιά μου... Να σου πω παλικάρι μου. Ένα γιο έχω, και με έχει διώξει από το ίδιο μου το σπίτι.
Παγώνω.
-Σοβαρά μιλάτε;
-Πολύ σοβαρά. Τρία χρόνια αφού παντρεύτηκε, έρχεται και μου λέει: "Γέρο, άντε άσε το σπίτι να έρθουμε εμείς που είμαστε τρεις, κι εσύ κάπου θα βολευτείς". Τι να κάνω; Έφυγα, και τώρα μένω σ' ένα χαμόσπιτο. Εκατόν πενήντα ευρώ ενοίκιο για μια τρύπα. Καταλαβαίνεις.
Δεν θέλω να ρίξω λάδι στη φωτιά, αλλά δεν μπορώ να αποφύγω την ερώτηση.
-Ο γιος σας δεν σας βοηθάει καθόλου;
-Ο γιος μου... Ούτε το εγγόνι μου δεν με αφήνει να δω. Έχω να πάω σπίτι τους, δηλαδή σπίτι μου, από τότε που έφυγα. Δυο χρόνια έχει. Και ο εγγονός θα ρωτάει για τον παππού του γιατί μ' αγαπάει το καημενούλικο. Ποιος ξέρει, μπορεί και να του είπε ότι πέθανα.
Δεν ξέρω αν η ιστορία του γέροντα ήταν αληθινή. Σίγουρα αληθινή πάντως είναι η παλιά, γκρεμισμένη από τον καιρό μονοκατοικία έξω από την οποία τον αφήνω, και φεύγω με βαριά καρδιά.

Driver Seat (The flip side)

Συζητούσα τις προάλλες αυτό το περιστατικό, που μου θύμισε το παρακάτω προγενέστερο:

Πηγαίνω σε κλήση σε ένα δρομάκι κάπου στην Πολίχνη. Μετά από ένα δυο λεπτά αναμονής, με τις γειτόνισσες να με κοιτάζουν και να σχολιάζουν (η Κίτσα θα φύγει στο χωριό), εμφανίζεται μια κυρία γύρω στα εξήντα. Μου κάνει νόημα να περιμένω, καθώς προσπαθεί να βγάλει από την οικοδομή 2-3 αποσκευές. Βγαίνω από το ταξί για να τη βοηθήσω, αφήνοντας την πόρτα μου ανοιχτή. Καθώς ανοίγω το πορτμπαγκάζ, εκείνη πιάνει ψιλοκουβέντα με τις γειτόνισσες. Πίσω της έρχεται και μια γηραιά κυρία, που την προσπερνάει και σιγά σιγά κατευθύνεται στο ταξί. Παίρνω τις αποσκευές από την είσοδο (δυο δρομολόγια) και τις φορτώνω στο ταξί. Κλείνω το πορτμπαγκάζ, και πάω να μπω στο αυτοκίνητο.
Δύσκολα.
Η γηραιά κυρία, έχοντας βρει την πόρτα μου ανοιχτή, έχει καθίσει στη θέση του οδηγού και με το δεξί χέρι κρατιέται από το τιμόνι καθώς προσπαθεί να βάλει και τα πόδια της μέσα στο αυτοκίνητο. Την πλησιάζω.
-Αφήστε καλύτερα να οδηγήσω εγώ, της λέω. Εκτός αν έχετε ειδική άδεια οδήγησης ταξί.
Οι γειτόνισσες γυρνάνε, βλέπουν την κατάσταση και αρχίζουν τα τσιριχτά γέλια:
-Κυρά Κίτσααα έβγαλες δίπλωμα; Καλέ κοίτα που πήγε και έκατσε. Έπιασε και το τιμόνι να οδηγήσει...
Η κυρά Κίτσα κοιτάζει γύρω της έκπληκτη, καταλαβαίνει και αρχίζει να γελάει. Την βοηθάω να βγει.
-Συγνώμη παλικάρι μου, δεν πρόσεξα.
-Μη στεναχωριέστε.
Στο μεταξύ το δούλεμα και τα γέλια από τις γειτόνισσες συνεχίζονται. Οπότε η κυρά Κίτσα που παρά την ηλικία της τα έχει τετρακόσια τις βάζει στη θέση τους:
-Καλά, όταν γίνετε 82 χρονών σαν κι εμένα να δω τι θα κάνετε.
-Αν φτάσουμε, που δεν το βλέπω, συμπληρώνω αυθόρμητα εγώ.
Δεν το είπα για κακό, αλλά το γέλιο τους κόβεται απότομα.

Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

Βασιλίσης Όλγας 245

Ένα ζευγάρι κοντά στα 50-55 επιβιβάζεται από τη Νεάπολη.
-Βασιλίσης Όλγας 245 θα μας πας, μου λέει ο άντρας.
-Βεβαίως. Ξέρετε μήπως πού περίπου είναι το νούμερο; ρωτάω.
-Στον μονόδρομο, μου λέει αυτός με τον πομπώδες ύφος του ανθρώπου που δεν ξέρει, αλλά δεν θέλει και να το δείξει.
-Εεε ναι. Όλη η Βασιλίσης Όλγας μονόδρομος είναι, του απαντάω.
-Ναι, ναι, βέβαια, μου λέει. Είναι εκεί, πάνω στη στροφή.
Πολύ διαφωτιστικό.
-Θα κοιτάξω το GPS του λέω.
-Ε όχι, πάμε και θα σου πω, θα το γνωρίσω φτάνοντας.
-Δεν έχω αντίρρηση, αλλά επειδή ο μονόδρομος έρχεται προς το μέρος μας, τι να κάνω; Να πάω μέχρι το τέλος της και να την κατέβουμε όλη;
-Ρώτα καλύτερα, πετιέται η γυναίκα.
Στο μεταξύ εγώ έχω βρει το σημείο στο GPS.


-Εδώ βλέπω ότι το νούμερο είναι διαγώνια απέναντι από τη Νομαρχία, τους λέω.
-Νομαρχία; Όχι δεν είναι εκεί, λέει η γυναίκα.
-Είναι πολύ πιο πάνω, συμφωνεί και ο άντρας.
Ξανακοιτάζω την οθόνη, και αναγνωρίζω το στίγμα.
-Στο σημείο εκείνο αν θυμάμαι καλά, έχει το σέρβις της η Philips, τους λέω.
-Α ναι, εκεί είναι, λέει η γυναίκα. Στην πολυκατοικία πάνω από τη Philips.
Καταπίνω διάφορα σχόλια που μου έρχονται στο μυαλό και ξεκινάω. Δεν είναι η πρώτη φορά που μου λένε ανακρίβειες για τον προορισμό μας.

Η τεχνολογία στην αντιμετώπιση της ξεροκεφαλιάς.