Η κοπέλα μπήκε στο ταξί ένα απόγευμα και μιλώντας στο κινητό της, μου έδωσε ένα χαρτί με μια διεύθυνση στα Μετέωρα. Ξαφνικά έβαλε τις φωνές (στο τηλέφωνο πάντα):
-Τι θέλεις ρε παππού. Άντε να γ@μήσεις καμιά γιαγιά. Μη ξαναπάρεις.
Το έκλεισε εκνευρισμένα.
-Ρε τον παππού θέλει και σεξ. Παίρνει και ξαναπαίρνει. Αφού του είπα. Δεν πάω με παππούδες.
Χαμογελάω, καταλαβαίνω, αλλά ρωτάω για επιβεβαίωση.
-Και που το βρήκε το τηλέφωνό σου; Σε περιοδικό;
-Σε εφημερίδα.
-Μάλιστα.
Το τηλέφωνό της ξαναχτυπάει. Εντελώς χύμα η κοπέλα, απαντάει στις ερωτήσεις του "πελάτη", προσποιούμενη ότι μιλάει από κάποιο "γραφείο συνοδών". Η ώρα έχει τόσο, τα έξτρα κόλπα τόσο παραπάνω, η κοπέλα είναι 1.70, τέτοιων διαστάσεων, λεπτή, πολύ ωραία κλπ. Αργότερα θα μάθω ότι δεν πηγαίνει σε κλήσεις από κινητό. Το σταθερό τηλέφωνο "εξασφαλίζει" ότι αν η κοπέλα πάθει κάτι, το "γραφείο" θα βρει τον πελάτη. Ο φόβος φυλάει τα έρμα δηλαδή, καθώς όχι μόνο δεν υπάρχει γραφείο, αλλά και τα ραντεβού της τα κλείνει καθώς κινείται από πελάτη σε πελάτη και κανείς δεν ξέρει που βρίσκεται. Πριν φτάσουμε στον προορισμό μας, έρχεται η "επαγγελματική πρόταση".
-Θέλεις να δουλέψουμε μαζί; μου λέει.
-Δηλαδή τι εννοείς; ρωτάω.
-Θα με πηγαίνεις στους πελάτες, θα με περιμένεις και θα πηγαίνουμε στον επόμενο. Να μην ψάχνω κι εγώ ταξί όλη την ώρα. Θα σου δίνω τόσα (θα μου δίνει όσα χρεώνει την ώρα στους πελάτες της, για 11-12 ώρες δικής μου εργασίας).
Σκέφτομαι γρήγορα. Η πρότασή της, οικονομικά τουλάχιστον, δεν είναι κακή, χωρίς να είναι και εξαιρετική. Ενέχει όμως και κινδύνους. Αν βρεθώ κατηγορούμενος για συνέργεια ή και μαστροπεία; Τέλοσπαντων, αφού καμία παράνομη ενέργεια δεν συντελείται στο ταξί, της απαντάω:
-Ας δοκιμάσουμε σήμερα και βλέπουμε.
Γρήγορα βλέπω ότι η Μαρία (έτσι αυτοσυστήνεται) χρεώνει μεν με την ώρα, αλλά σπάνια πέφτει σε πελάτη που την εκμεταλλεύεται ολόκληρη. Ένα τέταρτο με μισή ώρα αφού έχει βγει από το ταξί, επιστρέφει και μου δίνει τον επόμενο προορισμό. Σε τακτά διαστήματα σταματάμε για ανεφοδιασμό σε...προφυλακτικά. Προφανώς για λόγους "αντι-αστυνομικούς" παίρνει κάθε φορά μια μικρή συσκευασία.
Μου λέει ότι είναι αλλοδαπή από γειτονική χώρα, και κάνει αυτή τη δουλειά δυο χρόνια τώρα. Ξεκίνησε από επαρχιακή πόλη της Ελλάδας αλλά την συνέλαβαν και αναγκάστηκε να μετακινηθεί. Μένει σε κεντρικό φτηνό ξενοδοχείο και επί τέσσερις μέρες στη σειρά φοράει τα ίδια (λευκά) ρούχα. Δεν είναι ντυμένη σαν ξέκολο πάντως και το ντύσιμό της κολλάει σε όλους τους χώρους.
Μέχρι να τελειώσει η εβδομάδα την έχω μεταφέρει σε κάθε μήκος και πλάτος της πόλης, από το Ωραιόκαστρο μέχρι την Καλαμαριά, και από το τελευταίο ξενοδοχείο μέχρι τα κεντρικότερα. Ειδικά στα κεντρικά μεγάλα ξενοδοχεία φαίνεται να έχει τους περισσότερους πελάτες.
Μερικές φορές επιστρέφει με θριαμβευτικό ύφος (τον ξεπέταξα σε δέκα λεπτά, είδες πόσο καλή είμαι;}, ενώ άλλες με απλανές βλέμμα και τσιγάρο στο χέρι (δεν θέλω να ξέρω τι έχει κάνει εκεί που ήταν). Ζητάει πάντα βαριά σκυλάδικα στο ραδιόφωνο. Της κάνω τη χάρη για όσο βρίσκεται μέσα στο ταξί, και αλλάζω μουσική όσο την περιμένω. Αν όταν επιστρέφει, έχω ξεχάσει να ξαναβάλω σκυλάδικα, αλλάζει εκνευρισμένα σταθμό από μόνη της.
Σε δυο περιπτώσεις πηγαίνει για "διπλό" με μια φίλη της. Η φίλη μετακινείται με άλλο συνάδελφο ταξιτζή, κοντά στα 55 με τον οποίο και συζητώ την δεύτερη φορά που βρισκόμαστε να περιμένουμε κάτω από το σπίτι του "μερακλή" πελάτη. Ωραίος τύπος. Συμφωνούμε ότι οι κοπέλες αυτές ταλαιπωρούνται άσχημα από αυτή τη δουλειά, δεν είναι να ζηλεύεις τα λεφτά που βγάζουν (συνήθως περισσότερα από έναν ολόκληρο βασικό μισθό κάθε νύχτα). Ότι καλές αυτές οι "συνεργασίες" αλλά όσο κρατήσουν κράτησαν, και καλύτερα να μη ξέρει κανένας τίποτε. Ότι καλύτερα να μην της την "πέσω" ποτέ. "Άλλη όρεξη δεν έχει η κοπέλα με τη δουλειά που κάνει, να της την πέφτει και ο ταξιτζής" μου λέει χαρακτηριστικά. "Παντρεμένος είμαι, δεν ασχολούμαι", του απαντάω, "αλλά και να μην ήμουν, άλλη όρεξη δεν θα είχα κι εγώ με την δουλειά που κάνει".
Όλα αυτά κρατάνε τέσσερις μέρες, όπως είπα. Την επόμενη εβδομάδα είμαι πρωινός και η Μαρία έχει κανονίσει με άλλο συνάδελφο για τις μετακινήσεις της. Την μεθεπόμενη που ξαναδουλεύω απόγευμα, αρχίζουμε στραβά. Τη Δευτέρα μου τηλεφωνεί στις δύο παρά γιατί έχει πελάτη, ενώ ξέρει ότι παραλαμβάνω το ταξί στις τρεις.
Την Τρίτη μου λέει ότι δεν έχει δουλειά νωρίς, και θα ξεκινήσει μετά τις έξι, και μετά μου τηλεφωνεί στις τέσσερις να πάω ΤΩΡΑ να την πάρω. Την Τετάρτη πλέον ισχυρίζεται ότι δεν έχει δουλειά καθόλου, και δεν μου ξανατηλεφωνεί από τότε. Μάλλον καλύτερα, γιατί αφ' ενός τα λεφτά που μου δίνει τα νοιώθω κάπως "βρώμικα", αφ' ετέρου η τριβή με μια τέτοια επαγγελματία αφήνει μια στενάχωρη αίσθηση.
Καιρό μετά το συζητάω με συνάδελφο που σχεδόν ομοίως, μου διηγείται πως είχε κλείσει κάποτε συμφωνία να πηγαινοφέρνει κοπέλες "κονσομασιόν" σε μπαρ κοντινής πόλης κάθε μέρα.
-Της την έπεσες; με ρωτάει.
-Καθόλου, του απαντάω.
-Ίσως αυτό έφταιξε, μου λέει. Ίσως ήθελε μια επιβεβαίωση και από σένα ότι περνάει η μπογιά της. Ίσως και να ήθελε να σε πληρώνει σε είδος μια στις τόσες.
Δεν ξέρω. Δεν νομίζω. Πιστεύω ότι ο κουρασμένος της ψυχισμός την έχει κάνει παράξενη. Ίσως απλώς να ήθελε άλλου τύπου προσωπικότητα για οδηγό. Καλά να είναι όπου και να 'ναι η Μαρία, όπως και κάθε "Μαρία".